Αναιμία της χρόνιας νόσου

Αναιμία της χρόνιας νόσου

Μαυροματίδης Κώστας

Δ/ντής Νεφρολογικού Τμήματος Κομοτηνής, 13.04.2013

 

H αναιμία της χρόνιας νόσου αρχικά συσχετίστηκε με λοιμώδη, φλεγμονώδη και νεοπλασματικά νοσήματα. Αργότερα όμως, παρατηρήθηκε ότι διαπιστώνεται και σε άλλες καταστάσεις όπως στο βαρύ τραύμα, στα καρδιαγγειακά νοσήματα, στο σακχαρώδη διαβήτη, στον υπερθυρεοειδισμό στον υπoθυρεοειδισμό και στη χρόνια νεφρική ανεπάρκεια

Στις μεγάλες ηλικίες, τόσο στους άνδρες, όσο και στις γυναίκες η αναιμία αποτελεί συχνό εύρημα, ωστόσο οι επιπτώσεις της στη νοσηρότητα και θνητότητα των ατόμων αυτών δεν έχει επαρκώς εκτιμηθεί

Τα συνηθέστερα νοσήματα που μπορεί να συνοδεύονται από αναιμία χρόνιας νόσου είναι: α) οι λοιμώξεις (HIV, φυματίωση, μυκητιάσεις, ελονοσία, οστεομυελίτιδα, χρόνια αποστήματα, σήψη), β) τα φλεγμονώδη νοσήματα (λ.χ. ρευματοειδής αρθρίτιδα, συστηματικές αγγειίτιδες, φλεγμονώδη νοσήματα του εντέρου, σαρκοείδωση κ.ά) και γ) τα κακοήθη νεοπλάσματα συμπαγών οργάνων, τα λεμφώματα και το πολλαπλό μυέλωμα

Η διάγνωση της αναιμίας χρόνιας νόσου τίθεται συνήθως εξ αποκλεισμού. Συνήθως είναι ορθοκυτταρική, ορθόχρωμη, αλλά σε ποσοστό 25% μπορεί να είναι μικροκυτταρική, ειδικά όταν υπάρχει σιδηροπενία λόγω ταυτόχρονης απώλειας αίματος. Είναι συνήθως ηπίου προς μετρίου βαθμού και συχνά απαιτείται μυελόγραμμα προκειμένου να αποκλειστούν άλλα αίτια

Από τον εργαστηριακό έλεγχο δείκτες όπως, ο MCV και ο MCHC βρίσκονται συνήθως σε φυσιολογικά επίπεδα, ενώ η φερριτίνη είναι αυξημένη. Η σιδηροδεσμευτική ικανότητα είναι ελαττωμένη και ο μυελός των οστών εμφανίζει αιμοσιδηρίνη με φυσιολογική κυτταροβρίθεια και αυξημένα πλασματοκύτταρα

Η διαφορική διάγνωση θα πρέπει να περιλαμβάνει: α) τη χρόνια σιδηροπενία, β) την θαλασσαιμία, γ) τις σιδηροβλαστικές παραλλαγές των μυελοδυσπλαστικών συνδρόμων και δ) την φαρμακευτική καταστολή του μυελού

Ο προσδιορισμός του σιδήρου, της τρανσφερρίνης και της φερριτίνης δεν μπορεί να επιβεβαιώσει τη διάγνωση. Το ιστορικό του ασθενούς (οξεία ή χρόνια φλεγμονώδη νόσος) και στοιχεία που να μην αναφέρουν απώλεια αίματος συνηγορούν για υπέρ της εν λόγω αναιμίας

Η φλεγμονή, γενικά, είναι παθολογική διεργασία, που μπορεί να οδηγήσει σε αναιμία. Οι σχετιζόμενες με τη φλεγμονή κυτοκίνες, όπως αναφέρθηκε επάγουν την παραγωγή πρωτεϊνών οξείας φάσης, που δηλώνουν τη δραστηριότητα της φλεγμονής. Η μη απάντηση των προδρόμων μορφών των ερυθροκυττάρων στην ερυθροποιητίνη, που είναι μειωμένη, καθώς και η ελαττωμένη κινητοποίηση του σιδήρου από τα μακροφάγα ευθύνονται κυρίως για την αναιμία της φλεγμονής

Η αναιμία γενικά θα πρέπει να θεωρείται σύμπτωμα υποκείμενης νόσου και τις περισσότερες φορές δεν έχει νόημα η αποκατάστασή της, χωρίς την αντιμετώπιση του παράγοντα που την προκάλεσε. Σε ορισμένες μάλιστα περιπτώσεις η αποκατάσταση της αναιμίας χωρίς την αντιμετώπιση της υποκείμενης νόσου θεωρείται σοβαρό ιατρικό λάθος. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα σχετικά είναι ανάπτυξη σιδηροπενικής αναιμίας από νεόπλασμα του παχέος εντέρου (ιδιαίτερα του ανιόντος), όπου η χορήγηση σιδήρου στη μεθαιμορραγική αυτή αναιμία μόνο, χωρίς την διερεύνηση χειρουργικής επέμβασης στερεί από τον ασθενή τη δυνατότητα πλήρους αποκατάστασης της υγείας του

Για τους ασθενείς με αναιμία χρόνιας νόσου η χορήγηση ερυθροποιητίνης με συγχορήγηση σιδήρου είναι η θεραπεία εκλογής για επιλεγμένες περιπτώσεις της ομάδος αυτής. Στους ασθενείς με χρόνια νεφρική ανεπάρκεια η χορήγηση ερυθροποιητίνης με σίδηρο έχει καθιερωθεί από 10ετίας σχεδόν και έχουν εκδοθεί σχετικά οι κατευθυντήριες οδηγίες. Για τους ασθενείς με χρόνια φλεγμονή η χορήγηση ερυθροποιητίνης είναι μία επιλογή, αλλά δεν έχει καθιερωθεί, ούτε υπάρχουν κατευθυντήριες οδηγίες

Για τους ασθενείς με χρόνια καρδιακή ανεπάρκεια η χαμηλή αιμοσφαιρίνη συνδέεται με λειτουργικούς περιορισμούς και η βελτίωση της αναιμίας σε τιμές υψηλότερες από 11,5 g με ερυθροποιητίνη και σίδηρο έχει ως αποτέλεσμα τη βελτίωση του ασθενούς τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα

Σχολίασε

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *