Βασικές γνώσεις για τα καρδιαγγειακά προβλήματα
Μαυροματίδης Κώστας
Δ/ντής Νεφρολογικού Τμήματος Κομοτηνής, 10.10.2005
1. Τα καρδιαγγειακά αίτια θανάτου παραμένουν το Νο 1 στις ΗΠΑ, τόσο μεταξύ των ανδρών, όσο και μεταξύ των γυναικών (1 ανά 2,6 θανάτους το 2001 οφείλονταν σε καρδιαγγειακά νοσήματα και 1 ανά 15 θανάτους σε αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο) (American Heart Association. Heart disease and stroke statistics–2004 update. Dallas)
2. Η μεγάλη ηλικία, το φύλο (η συχνότητα των καρδιαγγειακών νοσημάτων και στα δύο φύλα αυξάνει με την πρόοδο της ηλικίας και επηρεάζει το 50% των ανδρών και το 48% των γυναικών). Στους άνδρες η συχνότητα είναι μεγαλύτερη έναντι των γυναικών σε ηλικίες πάνω από τα 65 έτη και η παρουσία σακχαρώδη διαβήτη αποτελούν τους κύριους παράγοντες κινδύνου για εμφάνιση καρδιαγγειακού νοσήματος (American Heart Association. Heart disease and stroke statistics–2004 update. Dallas)
3. Στους διαβητικούς τα καρδιαγγειακά αίτια θανάτου είναι τα συχνότερα. Περίπου το 70% των θανάτων των διαβητικών οφείλονται σε καρδιαγγειακά αίτια. Η παρουσία και άλλων αιτίων (υπέρταση, υπερλιπιδαιμία), που είναι συχνά στους ασθενείς με διαβήτη, συμβάλλουν επίσης στην αυξημένη θνητότητα και θνησιμότητα. Άτομα με διαβήτη έχουν δύο φορές μεγαλύτερη πιθανότητα να πάθουν εγκεφαλικό επεισόδιο, σε σύγκριση με άτομα χωρίς διαβήτη και στις γυναίκες ο διαβήτης αποτελεί το πρώτο αίτιο εγκεφαλικού επεισοδίου [American Heart Association. Heart disease and stroke statistics–2004 update. Dallas, Results of the HOPE study and MICRO-HOPE sub-study. Heart Outcomes Prevention Evaluation (HOPE) Study Investigators. Lancet 2000; 355(9200): 253-9].
4. Και η νεφροπάθεια συμβάλλει στη θνητότητα των διαβητικών ασθενών (και η μικρολευκωματινουρία από μόνη της είναι παράγοντας κίνδυνου για καρδιαγγειακά νοσήματα). Η διαβητική νεφροπάθεια στις αναπτυγμένες χώρες αποτελεί σήμερα την πρώτη αιτία τελικού σταδίου χρόνιας νεφρικής ανεπάρκειας και ευθύνεται για το 20-40% των ατόμων που κάνουν κάποιο είδος κάθαρσης. Διαπιστώθηκε ότι όταν υπάρχει σταθερά λόγος λευκωματίνης:κρεατινίνη ούρων>300:1, τότε είναι βέβαιη η ταχεία εμφάνιση διαβητικής νεφροπάθειας τελικού σταδίου [Mann JF, Gerstein HC, Yi Q, et al, Am J Kidney Dis 2003; 42(5): 936-42]
5. Η χρήση της ασπιρίνης έδειξε ότι μειώνει τον κίνδυνο για εγκεφαλικό επεισόδιο κατά 25%, τον κίνδυνο για θάνατο από αγγειακό επεισόδιο κατά 15% και κατά 34% τα μη θανατηφόρα εμφράγματα [Antithrombotic Trialists’ Collaboration, BMJ 2002; 324(7329): 71-86]
6. Όμως και η χρήση των στατινών (υπολιπιδαιμικά φάρμακα) διαπιστώθηκε ότι μειώνει τη θνητότητα και θνησιμότητα και μάλιστα άσχετα από τα επίπεδα λιπιδίων του ορού των ατόμων που τα έλαβαν (κατά 24% από την πραβαστατίνη) [Unger T, Am J Cardiol 2002; 89(2A): 3-9A].
7. Η υπέρταση είναι πού συχνή μεταξύ αυτών που πάσχουν από σακχαρώδη διαβήτη τύπου ΙΙ (παχυσάρκων ή μη ινσουλινοεξαρτώμενο) και στις αναπτυγμένες χώρες ευθύνεται για επιδείνωση της νεφρικής βλάβης ασθενών με διαβητική νεφροπάθεια. Πρώιμη και καλή ρύθμιση της αρτηριακής πίεσης διαβητικών ασθενών, και μάλιστα κατά προτίμηση με αντιυπερτασικά φάρμακα, αποδείχθηκε προστατευτική και ουσιαστική στη μείωση του κινδύνου για πρόκληση νεφρικής βλάβης. Γι’ αυτό η εθνική επιτροπή για την θεραπεία της υπέρτασης (JNC 7) της Αμερικής συστήνει η πίεση να είναι κατώτερη από 130/80 mmHg για τους διαβητικούς [Chobanian et al, Hypertension 2003;42(6): 1206-52]
8. Μερικές μελέτες έδειξαν ότι τα όργανα που βλάπτονται από την ύπαρξη της υπέρτασης έχουν βλάβες πριν η πίεση του ατόμου αυξηθεί σημαντικά, γεγονός που έδωσε λαβή στην ανακάλυψη του όρου «νορμοϋπερτασική υπέρταση» ή «προϋπέρταση», δηλαδή περιλαμβάνει αυτούς που έχουν συστολική πίεση 120-139 mmHg και διαστολική 80-89 mmHg [Mulvany MJ, Hypertension 1991; 18(3 Suppl): 52-7]. Σε μία μελέτη με 3488 άτομα το 39% ήταν νορμοτασικοί, το 29 υπερτασικοί και το 31 είχε προϋπέρταση. Η συχνότητα της προϋπέρτασης ήταν μεγαλύτερη στους άνδρες (39%) έναντι των γυναικών (23.1%)
9. Από υπέρταση πάσχουν 50.000.000 Αμερικανοί και αυτή ευθύνονταν το 2000 για 251.000 θανάτους. Εξ άλλου μόνο το 34% των υπερτασικών ρυθμίζονται ικανοποιητικά