Το ξέρατε ότι X (ηλεκτρολύτες-οξεοβασική ισορροπία)
Μαυροματίδης Κώστας
Δ/ντής Νεφρολογικού Τμήματος Κομοτηνής, 03.03.2008
1. Υπάρχουν ομοιοστατικοί μηχανισμοί διατήρησης του νατρίου του ορού, ώστε το ισοζύγιό του διατηρείται ακόμη κι όταν μειώνεται η πρόσληψή του στα 0,4 mEq/KgΣΒ/24ωρο ή και λιγότερο
2. Σε περιπτώσεις βαριάς υποκαλιαιμίας (κάλιο ορού<2,4 mEq/L) αυτό μπορεί να χορηγηθεί ενδοφλέβια σε δόση 0,5 mEq/KgΣΒ/ώρα
3. Για την αντιμετώπιση της υπερκαλιαιμίας μπορεί να χρησιμοποιηθεί χλωριούχο ασβέστιο 10% σε δόση 10-25 mg/KgΣΒ ή 0,1-0,25 ml/KgΣΒ μέσα σε 10-30 λεπτά, δόση που μπορεί να επαναληφθεί ακόμη μία φορά. Αν χρησιμοποιηθεί γλυκονικό ασβέστιο 10% η δόση είναι 1 ml/KgΣΒ
4. Στην αντιμετώπιση ης υπερκαλιαιμίας η δόση της γλυκόζης είναι 0,5-1 gr/KgΣΒ + ινσουλίνη (0,1-0,2 IU/KgΣΒ) (μέγιστη δόση ινσουλίνης 10 IU)
5. Η δόση των διττανθρακικών σε υπερκαλιαιμία είναι 1-2 mEq/KgΣΒ ενδοφλέβια, μέσα σε 10-30 λεπτά
6. Η υπέρταση μαζί με την αναιμία και την επασβέστωση του καρδιαγγειακού συστήματος στους αιμοκαθαιρόμενους ασθενείς ευθύνονται για την θνητότητα των ατόμων αυτών που ξεπερνά το 50%
J Nephrol 1999; 12: 82-91
Locateli et al 1999
7. Η οξέωση διεγείρει άμεσα την έκλυση ρενίνης, η οποία αυξάνει την παραγωγή αγγειοτασίνης-ΙΙ και την έκκριση αλδοστερόνης, η οποία προάγει επίσης την δραστικότητα της Η+-ATPάσης στα εμβόλιμα κύτταρα τύπου Α των σωληναρίων
Ο νεφρός με μια ματιά, Β. Βαργεμέζη, σελ. 61, 2004
8. Σε ουρητηροσιγμοειδοστομίες (ειλεακές) έχουμε υπερχλωραιμική μεταβολική οξέωση επειδή στο βλεννογόνο του εντέρου ανταλλάσσεται το χλώριο των ούρων με διττανθρακικά
9. Σε εγγύς νεφροσωληναριακή οξέωση τα διττανθρακικά που διηθούνται δεν είναι δυνατό να επαναρροφηθούν από το σωληνάριο (βλάβη στον ανταλλαγέα Na+-H+ ή στον συμμεταφορέα Na+-HCO3–), οπότε φθάνουν μεγάλες ποσότητες διττανθρακικών στα άπω σωληνάρια. Εκεί επειδή δεν μπορούν οι ποσότητες αυτές να επαναρροφηθούν, μέρος από τα διττανθρακικά χάνεται στα ούρα και έτσι εγκαθίσταται μεταβολική οξέωση με ούρα αρχικά αλκαλικά (στη συνέχεια με τα χαμηλότερα διττανθρακικά πλάσματος που επιτυγχάνονται τα εγγύς σωληνάρια έχουν την ικανότητα να τα επαναρροφήσουν και τότε τα ούρα παύουν τα είναι αλκαλικά). Η απώλεια όμως διττανθρακικών στα ούρα συμπαρασύρει Na+ και νερό, με αποτέλεσμα να εγκαθίσταται και υπογκαιμία. Τότε εκκρίνεται αλδοστερόνη, η οποία στα άπω σωληνάρια προάγει την επαναρρόφηση των διττανθρακικών και την αποβολή του καλίου (οπότε με τον τρόπο αυτό εγκαθίσταται και υποκαλιαιμία)
10. Η Na+-K+-ATPάση στα κύτταρα στοχεύει στη μετακίνηση του καλίου στον ενδοκυττάριο χώρο σε ανταλλαγή με Na+, ενώ είναι γνωστό ότι υπάρχει φυσιολογικά μία σταθερή και βραδεία εκροή K+ από τα κύτταρα (μέσω των διαύλων καλίου) προς τον εξωκυττάριο χώρο, οπότε δημιουργείται ένα αρνητικό φορτίο στον ενδοκυττάριο χώρο, το οποίο αποτελεί το δυναμικό ηρεμίας του κάθε κυττάρου, από το οποίο αρχίζει το δυναμικό ενέργειας. Έτσι σε υποκαλιαιμία η κλίση του καλίου από τον ενδοκυττάριο προς τον εξωκυττάριο χώρο αυξάνεται και οι συνθήκες αυτές μπορούν να οδηγήσουν σε ενεργοποίηση των διαύλων νατρίου, πυροδοτώντας τυχαία δυναμικά ενέργειας. Έτσι φαίνεται ότι η υποκαλιαιμία μπορεί να προκαλέσει αύξηση της εντερικής διεγερσιμότητας και καρδιακές αρρυθμίες. Το αντίθετο αποτέλεσμα επιφέρει η υπερκαλιαιμία (αδρανοποιεί τους διαύλους νατρίου και καθιστά τις μεμβράνες λιγότερο διεγέρσιμες)
11. Η ινσουλίνη ενισχύει την ανταλλαγή Na+-H+ στις κυτταρικές μεμβράνες, οπότε η αύξηση του ενδοκυττάριου νατρίου, προάγει την εισροή καλίου στον ενδοκυττάριο χώρο διαμέσου της Na+-K+-ATPασης