Σημασία της υπερουριχαιμίας με υπέρταση και άλλα
Μαυροματίδης Κώστας
Δ/ντής Νεφρολογικού Τμήματος Κομοτηνής, 20.11.2010
Ασθενείς με υπερουριχαιμία φαίνεται να έχουν αυξημένο κίνδυνο για υπέρταση, όπως ανακοινώθηκε το 2010 στο ετήσιο meeting του Αμερικάνικου Κολεγίου Ρευματολογίας.
Η βιβλιογραφία είπε το LaValley λέει ότι οι ασθενείς με υπερουριχαιμία έχουν αυξημένα επίπεδα αρτηριακής πίεσης, «όμως δεν είναι ξεκάθαρο αν υπάρχει μεταξύ τους σχέση αιτίας-αποτελέσματος»
Οι LaValleyκαι συν. έκαναν μία συστηματική έρευνα της βιβλιογραφίας και μία μετα-ανάλυση για να δουν αν προϋπήρχε η υπερουριχαιμία κι αν αυτή οδήγησε σε υπέρταση. Εξέτασαν τα δεδομένα από 18 μελέτες που περιέλαβαν 55607 ασθενείς, από τους οποίους οι 13025 είχαν υπέρταση. Είπε ο LaValley ότι έβλεπαν τους ασθενείς για τους οποίους υπήρχαν δεδομένα ουρικού πλάσματος πριν διαγνωστεί η υπέρταση και βρήκανε ότι υπήρχε αυξημένος κίνδυνος για υπέρταση σ’ αυτούς που είχαν υπερουριχαιμία. Τα άτομα αυτά με αυξημένο ουρικό είχαν περίπου 41% αυξημένο κίνδυνο να εμφανίσουν υπέρταση (p<0,001) όταν συγκρίθηκαν με άτομα που είχαν φυσιολογικά επίπεδα ουρικού.
Οι ερευνητές επίσης σημείωσαν ότι αν τα άτομα είχαν υπερουριχαιμία σε νεαρότερη ηλικία, υπήρχε μεγαλύτερος κίνδυνος να εμφανίσουν υπέρταση (p<0,02). Σ’ αυτό είπαν ότι συνέβαλλε και ο μεγαλύτερος κίνδυνος εμφάνισης παχυσαρκίας σε νεαρά άτομα
Βρήκαν επίσης ότι τα παραπάνω είχαν μεγαλύτερη πιθανότητα να συμβούν σε γυναίκες κι αυτό αποτέλεσε έκπληξη, διότι όπως είπε ο LaValley «νόμιζα ότι η ουρική αρθρίτιδα ήταν ανδρικό πρόβλημα»
Τα αποτελέσματα της μελέτης έδειξαν ότι άνθρωποι με αυξημένα επίπεδα ουρικού βρίσκονται σε αυξημένο κίνδυνο για εμφάνιση υπέρτασης στο μέλλον, ωστόσο αυτό δε σημαίνει ότι το ουρικό προκαλεί άμεση αύξηση της αρτηριακής πίεσης. Χρειάζονται κι άλλες μελέτες για να ξεκαθαρίσει κι αυτό. Φάρμακα που μειώνουν το ουρικό στο αίμα πιθανά να είναι χρήσιμα για την πρόληψη της υπέρτασης
(Independent Impact of Hyperuricemia on the Future risk of Hypertension: A Systemic Review and Meta-analysis. Abstract 2155)
Επιπλέον ο Zhu από τη Βοστόνη εκτίμησε τους κύριους παράγοντες κινδύνου μαζί με τα επίπεδα του ουρικού του πλάσματος σε μελέτες από το 1999-2008 (24693 ασθενείς) ηλικίας άνω των 20 ετών. Διαπίστωσε ότι με την αύξηση της συχνότητας της υπερουριχαιμίας, υπήρχε και κλιμακωτή αύξηση των άλλων συμπαραγόντων κινδύνου (η αύξηση αυτή διαπιστώνονταν για κάθε αύξηση του ουρικού του πλάσματος κατά 1 mg/dl) και ειδικότερα διαπιστώθηκαν τα εξής:
- Υπέρταση: 16,9% με ουρικό <4 mg/dl που αυξάνονταν στο 66% όταν το ουρικό του πλάσματος ήταν ≥10 mg/dl (p<0,01)
- Παχυσαρκία: 16,9% με ουρικό <4 mg/dl που αυξάνονταν στα 65,3% όταν το ουρικό του πλάσματος ήταν ≥10 mg/dl (p<0,01)
- Διαβήτης: 7,6% με ουρικό <4 mg/dl που αυξάνονταν στο 32,6% όταν το ουρικό του πλάσματος ήταν ≥10 mg/dl (p<0,01)
- Έμφραγμα μυοκαρδίου: 1,7 με ουρικό <4 mg/dl που αυξάνονταν στο 23,1% όταν το ουρικό του πλάσματος ήταν ≥10 mg/dl (p=0,68)
- Καρδιακή ανεπάρκεια: 1% με ουρικό <4 mg/dl που αυξάνονταν στο 32,9% όταν το ουρικό του πλάσματος ήταν ≥10 mg/dl (p=0,0038)
- Αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο: 1,8% με ουρικό <4 mg/dl που αυξάνονταν στο 11,7% όταν το ουρικό του πλάσματος ήταν ≥10 mg/dl (p=0,49)
- Νεφρική ανεπάρκεια: 1,3 με ουρικό <4 mg/dl που αυξάνονταν στο 17,7% όταν το ουρικό του πλάσματος ήταν ≥10 mg/dl (p<0,06)
Όλοι αυτοί οι συμπαράγοντες κινδύνου εκτός από τη νεφρική ανεπάρκεια ήταν συχνότεροι στις γυναίκες με αυξημένα επίπεδα ουρικού στο πλάσμα σε σύγκριση με τους άνδρες.
Οι ερευνητές κατέληξαν ότι τα ευρήματα αυτά ήταν χρήσιμα για την αντιμετώπιση των ατόμων με υπερουριχαιμία
(Higher Serum Urate Levels Correlate With Increased Prevalence of Comorbidities in the US General Population: NHANES 1999-2008. Abstract 1547)
Η Φεβουξοστάτη (ADENURIC 120 ή 80 MG/TAB) μειώνει τα επίπεδα του ουρικού περισσότερο απ’ ότι η αλλοπουρινόλη σε ηλικιωμένους με ουρική αρθρίτιδα και σε άτομα με ήπια έως μέτριου βαθμού ΧΝΑ
Τα ευρήματα αυτά είναι σημαντικά επειδή ασθενείς>65 χρόνων με ΧΝΑ δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιούν τις μέγιστες δόσεις αλλοπουρινόλης
Οι ερευνητές ανάλυσαν 374 ηλικιωμένους με ουρική αρθρίτιδα που είχαν συμμετάσχει στη μελέτη CONFIRMS. 115 απ’ αυτούς με υπερουριχαιμία έλαβαν 40 mg φεβουξοστάτης ή 80 mg (128 άτομα) και σε άλλους 131 έδωσαν 200 ή 300 αλλοπουρινόλης.
Τα βασικά χαρακτηριστικά των ομάδων ήταν ίδια. Η μέση ηλικία ήταν 71 έτη και GFR από 60-89 είχαν οι 139, ενώ GFR από 30-59 είχαν οι 229.
Το ποσοστό των ασθενών που πέτυχαν επίπεδα ουρικού πλάσματος
Από τους ασθενείς που εμφάνισαν τουλάχιστον μία παρενέργεια αυτοί που έλαβαν φεβουξοστάτη 40 mg ήταν 60,9%, αυτοί που έλαβαν φεβουξοστάτη 80 mg ήταν 58,6% κι αυτοί που έλαβαν αλλοπουρινόλη 61,8%. Οι παρενέργειες που ήταν συχνότερες ήταν οι γαστρεντερικές διαταραχές σε κάθε ομάδα. Παρόμοιος αριθμός ασθενών διέκοψε τη μελέτη σε κάθε ομάδα. Οι σοβαρές παρενέργειες που αναφέρθηκαν ήταν 7,8% με φεβουξοστάτη 40 mg, 6,3% με φεβουξοστάτη 80 mg και 11,5% με αλλοπουρινόλη. Δύο άρρωστοι πέθαναν, 1 αποσύρθηκε από τη μελέτη λόγω υπερτασικής καρδιακής νόσου και 1 εξαιτίας μετεγχειρητικών επιπλοκών.
(Febuxostat Versus Allopurinol in the Treatment of Gout in Subjects >=65 Years of Age: A Subgroup Analysis of the CONFIRMS Trial. Abstract 154)