Posted on Μαρ 4, 2016 | 0 comments

Νοσηλευτικές πράξεις και η εμπειρία των ασθενών

Μαυροματίδης Κώστας

Δ/ντής Νεφρολογικού Τμήματος Κομοτηνής, 01.03.2015

 

Αν κάποιος νοσηλευτής δεν είναι έμπειρος στη φλεβοκέντηση, καλό είναι να μη δοκιμάζει να παρακεντήσει μία δύσκολη φλέβα. Ούτε θαύμα θα γίνει, ούτε και ο ασθενής μπορεί να υπομένει τον κάθε αδαή να τον τσιμπήσει, μήπως και βρει τη φλέβα (έτσι στα τυφλά). Δείτε τι είπε ασθενής για το θέμα: Νοσηλεύτηκα στο Αιγινήτειο πρόσφατα και ενώ είπα επανειλημμένως σε πολλές νοσοκόμες, ότι οι φλέβες που είναι πολύ «δύσκολες», επέμενε να μου βάλει τον φλεβοκαθετήρα μία νοσοκόμα άπειρη, κάνοντας ζημιά στο χέρι μου. Εδώ και 4 μήνες δεν λέει να περάσει και τρέμω με την ιδέα ότι πρέπει να ξαναπάω σε 10 μέρες. Δεν τους νοιάζει ο πόνος του ασθενή. Είναι άραγε θέμα ανθρώπου ή απλά δεν τους ενδιέφερε ο πόνος μου; Φιλοσοφική απορία!!

Πολλές φορές ο ασθενής αναφέρει κάποια ιδιαιτερότητά του. Λ.χ. λέει ότι έχει δύσκολες φλέβες και ότι δεν μπορούν να του πάρουν αίμα εύκολα (γι’ αυτό θα ήταν καλό να πάρουν από το τάδε σημείο). Σε τέτοιες περιπτώσεις πολλοί αδιαφορούν θεωρώντας ότι αυτοί είναι ικανότεροι και μπορούν να πάρουν αίμα από οπουδήποτε. Τσιμπάνε και ξανατσιμπάνε και τίποτε από αίμα. Το πρόβλημα είναι γιατί δεν ακούνε και γιατί ταλαιπωρούν τον άρρωστο, ενώ τους τονίζει την ιδιαιτερότητά του. Δεν μπορεί να έχει δηλαδή λόγο ο άρρωστος για τον εαυτό του;

Πολλές φορές οι νοσηλευτές σε πολλά νοσοκομεία τοποθετούν κυστικούς καθετήρες. Είναι λάθος κι όμως γίνεται. Και να γιατί αυτό είναι λάθος. Η τοποθέτηση ουροκαθετήρα σε γυναίκα έχει τον κίνδυνο αυτός να μη βρει την ουρήθρα και να μπει στον κόλπο. Σε τέτοια περίπτωση δεν επιτρέπεται να ξαναδοκιμάσει ο νοσηλευτής (ή και ο γιατρός) να τον βάλει στη σωστή θέση (δηλαδή στην ουρήθρα), διότι ο κόλπος έχει μικρόβια, τα οποία με την τακτική αυτή θα βρεθούν στην ουροφόρο οδό και θα προκαλέσουν ουρολοίμωξη. Ποτέ λοιπόν δεν βάζουμε τον καθετήρα που πήγε στον κόλπο στην ουρήθρα με δεύτερη προσπάθεια!!!

Όταν κάποιος ασθενής είναι βαριά και δεν μπορεί να πάρει τα φάρμακά του είναι υποχρέωση του νοσηλευτή να τα δώσει στην ώρα τους στον ασθενή. Η συνήθης πρακτική είναι (λόγω φόρτου εργασίας) να τα αφήνει στον τραπεζάκι (δίπλα του) και φυσικά ο ασθενής να μη τα παίρνει όταν πρέπει (ίσως να τα πάρει όταν έρθει δίπλα του κάποιος δικός του άνθρωπος). Είναι δυνατό αυτό να λέγεται νοσηλεία;

Πολλές φορές όταν τοποθετηθεί ένας ορός σε ασθενή για διάφορους λόγους δεν τρέχει με το ρυθμό που επιθυμούμε. Φροντίδα του νοσηλευτή είναι να παρακολουθεί αν πράγματι ο ορός αυτός που έβαλε τρέχει ή αν σταμάτησε ή και αν άλλαξε η ροή του. Θα ήταν καλό αυτό να γίνονταν διότι και ο ορός είναι φάρμακο και σαν τέτοιο πρέπει να αντιμετωπίζεται και όχι σαν κάτι που απλά υπάρχει, έτσι για να υπάρχει. Το να το ελέγχει το θέμα αυτό ο νοσηλευτής μπορεί να τον επιβαρύνει και να τον φορτώνει με μία επιπλέον δουλειά μέσα στις ομολογουμένως πολλές που έχει να κάνει, όμως το να τον τοποθετούμε και να τελειώνουμε εκεί δεν είναι και το καλύτερο!!

Δύσπνοια μπορεί να υπάρξει σε ασθενείς, άσχετα με την αιτία νοσηλείας τους. Όταν την διαπιστώσει κάποιος νοσηλευτής οφείλει να ενημερώσει άμεσα τον γιατρό του, διότι συνήθως η αιτία της είναι σοβαρή. Μπορεί να φορτώθηκε με υγρά, μπορεί να έπαθε έμφραγμα και να ζορίζεται πλέον η καρδιά του, μπορεί να έκανε υπερτασική κρίση και να μη μπορεί η καρδιά του να ανταπεξέλθει, μπορεί να έκανε κάποια αρρυθμία και να μη μπορεί η καρδιά του να στείλει την ποσότητα αίματος που απαιτείται. Για όλα αυτά και για πολλά ακόμη, κάθε δύσπνοια αποτελεί καμπανάκι για τη νοσηλεύτρια και σήμα για άμεση ενημέρωση του γιατρού.