Posted on Μαρ 13, 2013 | 0 comments

Το ξέρατε ότι X

Μαυροματίδης Κώστας

Δ/ντής Νεφρολογικού Τμήματος Κομοτηνής, 03.11.2005

 

1. Υπάρχουν ομοιοστατικοί μηχανισμοί διατήρησης του Na+ του ορού, ώστε το ισοζύγιό του να διατηρείται ακόμη και όταν μειώνεται η πρόσληψή του στα 0,4 mEq/KgΣΒ/24h ή και λιγότερο

2. Σε περιπτώσεις βαριάς υποκαλιαιμίας (κάλιο ορού<2,4 mEq/L), μπορεί αυτό να χορηγηθεί ενδοφλέβια σε δόση 0,5 mEq/KgΒΣ/h

3. Για την αντιμετώπιση της υπεκαλιαιμίας μπορεί να χρησιμοποιηθεί χλωριούχο ασβέστιο 10% σε δόση 10-25 mg/ KgΒΣ ή 0,1-0,25 cc/KgΒΣ μέσα σε 10-30 min, δόση που μπορεί να επαναληφθεί ακόμη μία φορά. Αν χρησιμοποιηθεί γλυκονικό ασβέστιο 10% η δόση είναι 1 cc/ KgΒΣ

4. Στην αντιμετώπιση της υπερκαλιαιμίας η δόση της γλυκόζης είναι 0,5-1 gr/ KgΣΒ+ινσουλίνη (0,1-0,2 IU/KgΣΒ (μέγιστη δόση ινσουλίνης 10 IU)

5. Η δόση των διττανθρακικών σε υπερκαλιαιμία είναι 1-2 mEq/KgΣΒ ενδοφλέβια, μέσα σε 10-30 min

6. Η υπέρταση μαζί με την αναιμία και την επασβέστωση του καρδιαγγειακού συστήματος στους αιμοκαθαιρόμενους ασθενείς ευθύνονται για την θνητότητα των ατόμων αυτών που ξεπερνά το 50% (Locateli et al 1999)

7. Η οξέωση διεγείρει άμεσα την έκλυση ρενίνης, η οποία αυξάνει την παραγωγή αγγειοτασίνης-ΙΙ και την έκκριση αλδοστερόνης, η οποία προάγει επίσης την δραστικότητα της Η+-ATPάσης στα εμβόλιμα κύτταρα τύπου Α των σωληναρίων (Ο νεφρός με μια ματιά, Β. Βαργεμέζη, σελ. 61, 2004)

8. Σε ουρητηροσιγμοειδοστομίες (ειλεακές) έχουμε υπερχλωραιμική οξέωση επειδή στο βλεννογόνο του εντέρου ανταλλάσσεται το χλώριο των ούρων με διττανθρακικά

9. Σε εγγύς νεφροσωληναριακή οξέωση τα HCO3- που διηθούνται δεν είναι δυνατό να επαναρροφηθούν από το εγγύς σωληνάριο (βλάβη στον ανταλλαγέα Na+-H+ ή στον συμμεταφορέα Na+-HCO3-), οπότε φθάνουν μεγάλες ποσότητες HCO3- στα άπω σωληνάρια. Εκεί επειδή δεν μπορούν οι ποσότητες αυτές να επαναρροφηθούν, μέρος από αυτά χάνεται στα ούρα, οπότε εγκαθίσταται μεταβολική οξέωση με ούρα αρχικά όξινα (στη συνέχεια με τα χαμηλότερα HCO3- πλάσματος που επιτυγχάνονται, τα εγγύς σωληνάρια έχουν την ικανότητα να τα επαναρροφήσουν οπότε τα ούρα παύουν τα είναι αλκαλικά). Η απώλεια όμως HCO3- στα ούρα συμπαρασύρει Na+ και νερό, με αποτέλεσμα να εγκαθίσταται και υποογκαιμία. Τότε εκκρίνεται αλδοστερόνη, η οποία στα άπω σωληνάρια αυξάνει την επαναρρόφηση των HCO3- και την αποβολή του Κ+ (οπότε με τον τρόπο αυτό εγκαθίσταται και υποκαλιαιμία)

10. Η Na+-K+-ATPάση στα κύτταρα στοχεύει στη μετακίνηση του Κ+ στον ενδοκυττάριο χώρο σε ανταλλαγή με Na+, ενώ είναι γνωστό ότι υπάρχει φυσιολογικά μία σταθερή και βραδεία εκροή K+ από τα κύτταρα (μέσω των διαύλων K+) προς τον εξωκυττάριο χώρο, οπότε δημιουργείται ένα αρνητικό φορτίο στον ενδοκυττάριο χώρο, το οποίο αποτελεί το δυναμικό ηρεμίας του κάθε κυττάρου, από το οποίο αρχίζει το δυναμικό ενέργειας. Έτσι σε υποκαλιαιμία η κλίση του K+ από τον ενδοκυττάριο προς τον εξωκυττάριο χώρο αυξάνεται και οι συνθήκες αυτές μπορούν να οδηγήσουν σε ενεργοποίηση των διαύλων Na+, πυροδοτώντας τυχαία δυναμικά ενέργειας. Έτσι φαίνεται ότι η υποκαλιαιμία μπορεί να προκαλέσει αύξηση της διεγερσιμότητας και καρδιακές αρρυθμίες. Το αντίθετο αποτέλεσμα επιφέρει η υπερκαλιαιμία (αδρανοποιεί τους διαύλους Na+ και καθιστά τις μεμβράνες λιγότερο διεγέρσιμες)

11. Η ινσουλίνη ενισχύει την ανταλλαγή Na+-H+ στις κυτταρικές μεμβράνες, οπότε η αύξηση του ενδοκυττάριου Na+, προάγει την εισροή καλίου στον ενδοκυττάριο χώρο διαμέσου της Na+-K+-ATPασης